Η πρώτη περίοδος αντιπροσωπεύει τη χρονική στιγμή που το νεαρό κορίτσι περνάει από την παιδική ηλικία στην αναπαραγωγική φάση της ζωής του. Ωστόσο, για πολλές γυναίκες η εμμηνορρυσία μπορεί να συνοδεύεται από έντονο πόνο, κατάσταση που ονομάζεται δυσμηνόρροια. Αυτό το πρόβλημα ταλαιπωρεί ένα μεγάλο μέρος των γυναικών. Μάλιστα, σε ένα ποσοστό 10-15% τα συμπτώματα είναι τόσο έντονα που επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό την καθημερινή ζωή τους. Ο πόνος στην περίοδο μπορεί να οφείλεται σε κάποια πάθηση που βρίσκεται χαμηλά στην κοιλιά ή σε άλλους παράγοντες.
Ο πόνος συνήθως ξεκινά λίγες ώρες πριν από την έναρξη της περιόδου και εντοπίζεται χαμηλά στην κοιλιά. Είναι κωλικοειδής, διαρκεί συνήθως τις πρώτες μία με δύο ημέρες της περιόδου και μπορεί να έχει τα χαρακτηριστικά κράμπας. Είναι πιθανόν να συνοδεύεται από πόνο στη μέση, ναυτία, εμετούς, κεφαλαλγία, συχνοουρία ή αυξημένη κινητικότητα του εντέρου και μερικές φορές από έντονη ζάλη ή και λιποθυμικά επεισόδια.
Όταν μία γυναίκα έχει περίοδο, απελευθερώνονται κάποιες ουσίες που λέγονται προσταγλανδίνες, και που προκαλούν πόνο στη μήτρα, καθώς μειώνουν τη ροή του αίματος προς αυτήν. Τα επίπεδα των προσταγλανδινών αυξάνονται κατά το δεύτερο ήμισυ του γυναικείου κύκλου.
Τα συμπτώματα της δυσμηνόρροιας συνήθως ξεκινούν μέσα στα πρώτα τρία χρόνια από την εμφάνιση της πρώτης περιόδου. Μερικές φορές μπορεί να εξαφανιστούν τελείως με την πάροδο της ηλικίας, άλλοτε πάλι συνεχίζονται σε όλη τη διάρκεια της αναπαραγωγικής ηλικίας της γυναίκας ή παρουσιάζουν μείωση μετά τη γέννηση του πρώτου παιδιού. Η έντασή τους ποικίλλει από κύκλο σε κύκλο.
Με προσεκτική γυναικολογική εξέταση, λήψη λεπτομερούς ιστορικού, και εργαστηριακές εξετάσεις ρουτίνας (όπως, π.χ., υπερηχογράφημα πυέλου, καλλιέργεια κολπικού εκκρίματος, τεστ Παπανικολάου ή και απλές αιματολογικές εξετάσεις), μπορούμε να αξιολογήσουμε τη δυσμηνόρροια και να προχωρήσουμε σε κατάλληλη αντιμετώπιση. Όταν ο πόνος οφείλεται σε κάποιο γυναικολογικό νόσημα, όπως πυελική φλεγμονή, ινομυώματα μήτρας, ενδομητρίωση, κύστη ωοθήκης και άλλα, τότε πρέπει να αφαιρέσουμε το αίτιο. Όταν δεν υπάρχει προφανής αιτία για τον πόνο, τότε συνήθως χορηγούνται φάρμακα που αναστέλλουν τη σύνθεση των υπεύθυνων για τον πόνο ουσιών, βελτιώνοντας σημαντικά την ποιότητα ζωής της γυναίκας. Εναλλακτική θεραπεία είναι η λήψη αντισυλληπτικών δισκίων, τα οποία αναστέλλουν την ωορρηξία και σταματούν τον πόνο.